Αστικό Δίκαιο (Zivilrecht/Bürgerliches Recht, Droit civil, civil law) ονομάζεται ο κλάδος του Δικαίου, ο οποίος ρυθμίζει τις διαφορές μεταξύ ιδιωτών («πολιτών»). Αποτελεί τμήμα του Ιδιωτικού Δικαίου. Είναι ο κλάδος του Δικαίου που αναπτύχθηκε πρώτος και σε αυτόν βασίστηκαν οι υπόλοιποι κλάδοι του ιδιωτικού δικαίου. Στην Ελλάδα ρυθμίζεται στον Αστικό Κώδικα και διακρίνεται σε πέντε μέρη:

  • το Ενοχικό Δίκαιο ρυθμίζει τις ενοχές, δηλαδή τις έννομες σχέσεις με βάση τις οποίες ένα πρόσωπο οφείλει μια παροχή σε ένα άλλο. Δύο είναι τα κύρια αντικείμενα, οι ενοχές από σύμβαση και οι ενοχές από τον νόμο. Το Ενοχικό Δίκαιο ρυθμίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις οφειλέτη και δανειστή μιας παροχής, την ανώμαλη εξέλιξη μιας ενοχής (αδυναμία παροχής, υπερημερία, πλημμελή εκπλήρωση του οφειλέτη), τις επιμέρους συμβάσεις και τις αδικοπραξίες.
  • το Εμπράγματο Δίκαιο ρυθμίζει τα απόλυτα δικαιώματα επί πραγμάτων, όπως κυριότητα, νομή, επικαρπία, δουλείες, ενέχυρο, υποθήκη. Το Εμπράγματο Δίκαιο ορίζει ποια είναι τα δικαιώματα αυτά, τι περιεχόμενο έχουν, πώς συστήνονται, πώς μεταβιβάζονται και πώς προστατεύονται.
  • το Οικογενειακό Δίκαιο ρυθμίζει τα σχετικά με τον γάμο, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συζύγων, τα περί λύσης του γάμου, τη γονική μέριμνα επί των παιδιών, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις γονέων και τέκνων, την υιοθεσία και τα περί διατροφής μεταξύ συζύγων και συγγενών.

Με την ευρεία έννοια του όρου το Ποινικό Δίκαιο αποτελεί το σύνολο των κανόνων Δικαίου που ρυθμίζουν τον τρόπο άσκησης της Ποινικής εξουσίας, (δηλαδή της επιβολής των προβλεπομένων ποινών επί αδικοπραξιών), μιας Πολιτείας, από θεσμοθετημένα όργανα όπως προβλέπει το Σύνταγμα της κάθε χώρας.

Το σύγχρονο Ποινικό Δίκαιο έχει αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα, και ο εξ αυτού ποινικός κολασμός επιχειρείται εν όψει πάντα του δημοσίου συμφέροντος. Αυτό αποτελεί και τη κατάληξη της ανέλιξής του. Από ιστορική άποψη (σε παγκόσμιο επίπεδο) το Ποινικό Δίκαιο διήλθε τρία στάδια:

Το Ποινικό Δίκαιο διακρίνεται: στο Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο και στη Ποινική Δικονομία.

1. Το Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο αποτελεί το σύνολο των κανόνων του δικαίου που καθορίζουν τις πράξεις εκείνες που χαρακτηρίζονται ως εγκλήματα καθώς και την απειλούμενη κύρωση (τιμωρία) που θα πρέπει να επιβληθεί (είτε ως ποινή, είτε ως μέτρο ασφαλείας) στο δράστη των πράξεων αυτών.
2. Η Ποινική Δικονομία αποτελεί το σύνολο των κανόνων του δικαίου που καθορίζουν αφενός την αρμοδιότητα των θεσμοθετημένων οργάνων (Υπηρεσιών, και των εξ΄ αυτών προσώπων) της Πολιτείας και αφετέρου την διαδικασία δράσης των οργάνων αυτών προκειμένου να βεβαιώσουν την ενοχή του κατηγορουμένου ώστε να επιβάλουν σ΄ αυτόν, την από το Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, προβλεπόμενη ποινική κύρωση. Συνεπώς οι κανόνες του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου παραμένουν ενεργοί δια των κανόνων της Ποινικής Δικονομίας

Από τη σχέση αυτή των παραπάνω διακρίσεων του Ποινικού Δικαίου συνάγεται ότι οι κανόνες του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου προηγούνται εκείνων της Ποινικής Δικονομίας που ακολουθούν ως «υπηρέτες κανόνες» των πρώτων και ακόμη πως η έλλειψη της μιας εκ των δύο διακρίσεων φέρει σε πλήρη αδυναμία την άλλη.

Ουσιώδεις όμως διαφορές μεταξύ των ουσιαστικών κανόνων και των δικονομικών του Ποινικού Δικαίου που αποτελούν και την πρακτική αξία της διάκρισης αυτής, συνοπτικά, είναι:
α) Η προσβολή των πρώτων αποτελεί πάντοτε λόγο αναίρεσης τόσο για τα βουλεύματα όσο και για τις αποφάσεις. Αντίθετα η προσβολή των κανόνων της Ποινικής Δικονομίας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο όπου ο νόμος το ορίζει.
β) Οι ουσιαστικοί ποινικοί κανόνες θεμελιώνουν ή επαυξάνουν το αξιόποινο (π.χ. παραβάσεις του Κ.Ο.Κ.), δεν μπορούν όμως να εφαρμοσθούν αναδρομικά αλλά ούτε και αναλογικά. Αντίθετα οι δικονομικοί κανόνες (που θεωρούνται ρυθμιστικοί και δεν απειλούν ποινές) και αναδρομική δύναμη (κατά τη κρατούσα πάντα αντίληψη) έχουν, αλλά και αναλογίας μπορούν να τύχουν.

Το Ποινικό Δίκαιο αποτελεί σήμερα ειδική Νομική επιστήμη στην οποία περιλαμβάνονται αυτή καθαυτή η Νομική Ποινική Επιστήμη, η Εγκληματολογία και η Ποινολογία ή Ποινικολογία συνεπικουρούμενες από τις ΦιλοσοφίαΙατροδικαστικήΨυχιατρικήΔικαστική Ψυχολογία, και την Εγκληματολογική Στατιστική.

Το αντικείμενο έρευνας και μελέτης του Ποινικού Δικαίου διακρίνεται στους ακόλουθους τομείς:

  1. Στην ερμηνεία και τη συστηματική επεξεργασία του κειμένου δικαίου, δηλαδή κατά τη λεγόμενη «έρευνα de lege lata» που αποτελεί τη «δογματική» του Ποινικού Δικαίου, το καθεαυτό έργο της Ποινικής Νομικής Επιστήμης.
  2. Στην ιστορική έρευνα των διαφόρων ποινικών θεσμών όπως αυτοί διαμορφώθηκαν.
  3. Στη συγκριτική έρευνα των διαφόρων ξένων ομοίων νομοθεσιών, και τέλος
  4. Στη λεγόμενη «έρευνα de lege ferenda», που ταυτίζεται ο όρος με την λεγόμενη «αντεγκληματική πολιτική» που μετά από βαθιά κριτική του κειμένου υποδεικνύεται η διαμόρφωση του ορθού δικαίου για την αποτελεσματική προστασία της έννομης τάξης από εγκλήματα.

Το Διοικητικό Δίκαιο, (Διοικ. Δ.), είναι το σύστημα των κανόνων βάσει των οποίων ρυθμίζονται η οργάνωση και η λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, δηλαδή του συνόλου των δημοσίων υπηρεσιών του κράτους και των νομικών προσώπων εκείνων που διακρίνονται ως φορείς άσκησης δημοσίας εξουσίας, καθώς και τις σχέσεις αυτών προς τους πολίτες και τα διοικητικά όργανα.
Ωσαύτως θέματα που αφορούν τη διάρθρωση, το προσωπικό, την περιουσία, ή αναφέρονται στο διοικητικό και δικαστικό έλεγχο και στις εκδιδόμενες υπό των παραπάνω υπηρεσιών και νομικών προσώπων διοικητικές πράξεις, όπως και στη διαμόρφωση των σχέσεων προς τρίτους, και ακόμη στη κατ΄ αρμοδιότητα έκταση που δρούν αυτές, διέπονται από το Διοικητικό Δίκαιο που ουσιαστικά αποτελεί τον πιο ζωτικό κοινωνικό κλάδο του Συνταγματικού Δικαίου.

Πηγές του Διοικητικού Δικαίου θεωρούνται μόνο δημοσιευμένα κείμενα στα οποία μία Πολιτεία έχει θεσμοθετήσει ειδικούς κανόνες διοίκησης και οργάνωσης των υπηρεσιών της. Συνεπώς το Διοικ. Δίκαιο αποτελεί ένα σύνολο συγκεκριμένων νομικών κανόνων κατά τη σειρά της κλιμακωτής διαβάθμισής τους, που είναι:

  1. Το ισχύον Σύνταγμα.
  2. Οι ισχύοντες Νόμοι, διοικητικού περιεχομένου.
  3. Τα διάφορα ισχύοντα Διατάγματα, (διοικητικές πράξεις), τα οποία και αποτελούν αφενός την ουσιοδέστερη πηγή διοικητικής δράσης και αφετέρου τις ουσιαστικές πηγές του Διοικητικού δικαίου.
  4. Η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, και τέλος
  5. Οι διεθνείς συμβάσεις και συνθήκες, που συνομολογεί η Ελλάδα, επί των οποίων υποχρεούται να προσαρμόζεται αντίστοιχα κάθε φορά και το Διοικ. Δίκαιο της Χώρας.Βασικά το Διοικ. Δίκαιο διακρίνεται στο «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο«, ή «Γενικό Μέρος» όπως συνηθίζεται να λέγεται και στο «Ειδικό Διοικητικό Δίκαιο» κλάδοι του οποίου είναι το Αστυνομικό Δίκαιο, το Φορολογικό, το Πολεοδομικό, το Συνταξιοδοτικό, το Εκπαιδευτικό, το Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης κ.λπ. που αφορούν λεπτομερείς κωδικοποιήσεις νομοθετημάτων επί της ίδρυσης, οργάνωσης και δράσης των διαφόρων κρατικών φορέων (Ν.Π.Δ.Δ.). Πολλοί κλάδοι από τους παραπάνω παρουσιάζονται σήμερα με δική τους «αυτοτέλεια» όπως π.χ. το Αστυνομικό Δίκαιο, το Φορολογικό Δίκαιο, το Δημοσιονομικό Δίκαιο κ.ά.

    Αντικείμενο Γενικού Διοικ. Δικαίου

    Το αντικείμενο του Γενικού Διοικ. Δικαίου φέρεται σ΄ ένα περιορισμένο μεν πλην όμως γενικό πεδίο δράσης της όποιας έννομης Πολιτείας όπου η ενεργούμενη εξ αυτού νομική ρύθμιση τυγχάνει πολύ εκτενής, ειδικότερα στην ίδρυση και οργάνωση όλων των αμέσων και εμμέσων διοικητικών οργάνων που επανδρώνουν τις κατ΄ αρμοδιότητα αντίστοιχες υπηρεσίες, δηλαδή τις διοικητικές Αρχές.

    Στα πλαίσια αυτά το Γενικό Διοικ. Δίκαιο εξετάζει και μελετά:

    1. Την οργάνωση των Διοικητικών Υπηρεσιών, που περιλαμβάνει σε γενικές γραμμές κατά ενιαίο τύπο, τον αριθμό και τη σύνθεση του προσωπικού, τη διάρθρωση αυτού, την υπηρεσιακή κατάστασή του κ.λπ.
    2. Τη λειτουργία των Διοικητικών Υπηρεσιών, που περιλαμβάνει αρμοδιότητες Αρχών, διαδικασίες δράσης, υφιστάμενες περιφερειακές υπηρεσίες, έκδοση διοικητικών πράξεων κ.λπ., και τέλος
    3. Τις σχέσεις των διοικητικών Αρχών με τους διοικούμενους, μεταξύ των οποίων και τα μέσα προστασίας των πολιτών από ενδεχόμενες υπερβάσεις ή παραλήψεις ή άλλες παρανομίες της διοίκησης κ.λπ.

    Αντικείμενο Ειδικού Διοικ. Δικαίου

    Το αντικείμενο του Ειδικού Διοικ. Δικαίου αντίθετα μ΄ εκείνο του Γενικού επεκτείνεται λεπτομερώς σ΄ ένα πολύ μεγάλο αριθμό κωδικοποιημένων, ή μη, νομοθετημάτων, κατά τη συνταγματική διάκριση των λειτουργιών της Πολιτείας, κυρίως επί της αρμοδιότητας, που αφορούν κάθε μία τις διοικητικές Αρχές κατά κλάδους και κατηγορίες, τη συγκρότηση της Διοίκησής τους με την υφισταμένη ιεραρχική οργάνωση και του εξ αυτής ιεραρχικού ελέγχου, κατά την άσκηση της καλούμενης Διοικητικής εποπτείας. Επίσης στο Ειδικό αυτό μέρος περιλαμβάνεται η μελέτη και ο προσδιορισμός της σύννομης δράσης αυτών, κατά παρεχόμενα γενικά ή ειδικά δικαιώματα, με λεπτομερή απαρίθμηση αυτών επί συγκεκριμένου κύκλου θεμάτων, ο κατά νόμο τύπος των πράξεών τους, οι χρονικές προθεσμίες εκδήλωσης αυτών καθώς και επιμέρους συνεργασίες και αναλήψεις δράσεων, διασφαλίζοντας παράλληλα τα ατομικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών.

    Λόγω της πληθώρας όμως των κωδικοποιημένων αυτών νομοθετημάτων πολλοί κλάδοι των Διοικητικών Αρχών παρουσιάζουν δική τους θεματική ή και επιστημονική αυτοτέλεια δημιουργώντας έτσι αντίστοιχο Δίκαιο, όπως π.χ. το Φορολογικό, το Δημοσιονομικό, το Αστυνομικό, το Μεταλλευτικό κ.λπ. που καθένα εξ αυτών περιλαμβάνει ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό θεματικών νόμων, διαταγμάτων, εγκυκλίων και οδηγιών.